Οι Monophonics, το συγκρότημα από το Σαν Φρανσίσκο που έχει αγαπηθεί πολύ στην Ελλάδα, επιστρέφει για δύο εμφανίσεις στο Gazarte. Με 15 χρόνια πορείας και τον Kelly Finnigan στο τιμόνι, η μπάντα φέρνει ξανά τον χαρακτηριστικό της ήχο, γεμάτο ψυχεδελική soul και funk.
Λίγο πριν ανέβουν στη σκηνή του Gazarte Roof Stage την Παρασκευή 31 Οκτωβρίου και του Gazarte Ground Stage το Σάββατο 1 Νοεμβρίου, μίλησαν για τη μουσική τους, τη σύνδεσή τους με το κοινό και το πώς καταφέρνουν να παραμένουν επίκαιροι. Η συζήτηση, όπως και η λειτουργία τους ως μπάντα, ήταν συλλογική, αντανακλώντας την ενιαία τους ταυτότητα.
Η διαχρονικότητα και η ψυχή της μουσικής
Πολλοί περιγράφουν τη μουσική των Monophonics ως «διαχρονική». Αναρωτιέται κανείς πώς καταφέρνουν να δημιουργούν τραγούδια που ακούγονται σαν να βγήκαν από το παρελθόν, αλλά ταυτόχρονα παραμένουν τόσο φρέσκα. «Απλά εμπιστευόμαστε το ένστικτό μας», λένε. «Έχουμε 15 χρόνια που κάνουμε αυτό, οπότε ξέρουμε πότε κάτι είναι σωστό για εμάς».
Όταν ετοιμάζονται για μια συναυλία, ειδικά σε μια πόλη όπως η Αθήνα, η σύνδεση με το κοινό είναι το παν. «Ελπίζουμε απλώς να δυναμώσουμε τη σχέση που έχουμε χτίσει όλα αυτά τα χρόνια», τονίζουν. «Η Αθήνα ξέρει!».
Ο ρόλος του Kelly Finnigan και η αφήγηση
Ο Kelly Finnigan δεν είναι μόνο ο frontman και ο keyboardist. Ο ρόλος του είναι πολύπλευρος, καθώς είναι και παραγωγός, ηχολήπτης, αλλά και ο βασικός συνθέτης της μπάντας. «Η πολυδιάστατη συμβολή και το όραμά του είναι η κινητήρια δύναμη των Monophonics», εξηγούν. «Χωρίς τον Kelly, δεν θα υπήρχαν Monophonics». Περισσότερα για την μπάντα.
Το συγκρότημα δεν νιώθει καμία πίεση να ακολουθήσει τις τρέχουσες τάσεις της μουσικής βιομηχανίας. «Δημιουργούμε τη μουσική που αγαπάμε και που μας αγγίζει, οπότε αγνοούμε τις τάσεις», δηλώνουν ξεκάθαρα. Άλλωστε, η μουσική τους, που συνδυάζει soul, psych-rock και funk από τα τέλη των ’60s και αρχές ’70s, έχει βρει το δικό της κοινό, με πάνω από 20 εκατομμύρια streams.
Το άλμπουμ τους «Sage Motel» έχει μια έντονη κινηματογραφική και αφηγηματική αίσθηση, εμπνευσμένο από ένα παλιό μοτέλ στο Όκλαντ και τις ιστορίες των ανθρώπων που περνούν από εκεί. Για τους Monophonics, η αφήγηση και η ατμόσφαιρα είναι «πάρα πολύ σημαντικά» και αποτελούν «κινητήρια δύναμη στη δημιουργική διαδικασία». Άκουσε το άλμπουμ.
Η ενέργεια των ζωντανών εμφανίσεων και η soul ως καταφύγιο
Τι κάνει τις ζωντανές εμφανίσεις των Monophonics τόσο «αξέχαστες», όπως λένε οι θαυμαστές τους; «Η ενέργεια και η αγάπη που μοιράζουμε από την πρώτη έως την τελευταία νότα του σετ», απαντούν. «Το συναίσθημα που βάζουμε στην ερμηνεία και η ειλικρίνεια που υπάρχει μέσα στα τραγούδια».
Σχετικά με τον ρόλο της soul μουσικής σήμερα, πιστεύουν ότι «σε κάποιο βαθμό ναι», λειτουργεί ακόμα ως κοινωνικό και ψυχικό καταφύγιο, αλλά «όχι όσο θα θέλαμε». Θα ήθελαν να δουν περισσότερους καλλιτέχνες να χρησιμοποιούν τη φωνή τους «για καλό σκοπό και για να ενδυναμώνουν τον κόσμο», κάτι που δεν αφορά μόνο τη soul μουσική.
Τα ταξίδια τους ανά τον κόσμο, με πάνω από 250 συναυλίες σε 8 χώρες, τους έχουν διδάξει πολλά. Το πιο απροσδόκητο μάθημα; «Ότι όλοι μας αγαπάμε πραγματικά το φαγητό και τις γυναίκες!», λένε με χιούμορ.
Αν έπρεπε να παρομοιάσουν τη δημιουργική τους διαδικασία με έναν τόπο, θα διάλεγαν μια «παιδική χαρά». «Και τα δύο διεγείρουν και καλλιεργούν τη φαντασία, τη δημιουργικότητα και τις ικανότητες επίλυσης προβλημάτων, ενώ ταυτόχρονα προσφέρουν την αίσθηση ένταξης σε μία μεγαλύτερη κοινότητα, αποτελούμενοι από ανθρώπους με κοινά χαρακτηριστικά!».
Για τις επερχόμενες συναυλίες στην Ελλάδα, οι fans μπορούν να περιμένουν «κάποια νέα πρόσωπα στη σκηνή και μερικά τραγούδια που δεν είχαμε παίξει την τελευταία φορά». Η μπάντα, που σχηματίστηκε το 2005 και ξεκίνησε με instrumental jazz-funk, έχει συνεργαστεί με θρύλους όπως ο Al Green και ο Quincy Jones, και ηχογραφεί σε αναλογικό εξοπλισμό για να διατηρεί την αυθεντική θερμότητα του ήχου της. Δες τη δισκογραφία.