Οι Mogwai, ένα όνομα συνώνυμο με την εξέλιξη του post-rock, συμπληρώνουν φέτος τρεις δεκαετίες αδιάλειπτης πορείας, μια επέτειο που σηματοδοτεί όχι μόνο τη μακροζωία τους αλλά και την ανθεκτικότητα μιας μπάντας που κατάφερε να γίνει σημείο αναφοράς χωρίς να υποκύψει στις συνήθεις πιέσεις του μουσικού χώρου. Η ανακοίνωση της επερχόμενης συναυλίας τους στην Αθήνα, στις 9 Οκτωβρίου στο “Floyd“, φέρνει ξανά στο προσκήνιο τη μοναδική σχέση τους με το ελληνικό κοινό και την ευρύτερη συμβολή τους στη σύγχρονη μουσική σκηνή.
Τριάντα Χρόνια Συνέπειας και Εξέλιξης
Ενώ πολλοί καλλιτέχνες αναζητούν την προβολή σε τέτοιες επετείους, οι Mogwai διατηρούν τη χαρακτηριστική τους συγκρατημένη στάση. Δημιουργήθηκαν το 1995 στη Γλασκώβη και παραμένουν, σε μεγάλο βαθμό, με την ίδια βασική σύνθεση: τους συνιδρυτές Stuart Braithwaite (κιθάρα, μπάσο), Dominic Aitchison (μπάσο, κιθάρα) και Martin Bulloch (ντραμς), ενώ ο Barry Burns (πολυοργανίστας) προσχώρησε το 1998. Αυτή η σταθερότητα είναι ενδεικτική της φιλοσοφίας τους, μια φιλοσοφία που διατρέχει και τη μουσική τους – συχνά γαλήνια, αλλά με υποβόσκουσα δύναμη.
Analysis: Η διατήρηση της αρχικής σύνθεσης σε ένα τόσο ανταγωνιστικό περιβάλλον, ειδικά για ένα συγκρότημα που πειραματίζεται με τη φόρμα, είναι αξιοσημείωτη και υποδηλώνει μια ισχυρή εσωτερική συνοχή και κοινή καλλιτεχνική όραση. Αυτό τους επέτρεψε να εξελιχθούν οργανικά, χωρίς τις συνήθεις αναταράξεις που επιφέρουν οι αλλαγές μελών.
Από το “Γκρέμλινς” στην Καθιέρωση: Η Ιστορία Πίσω από το Όνομα
Ακόμη και το όνομά τους, Mogwai, προέρχεται από μια πρόχειρη επιλογή από την ταινία “Γκρέμλινς” (1984), με την αρχική πρόθεση να το αλλάξουν. Ωστόσο, όπως παραδέχτηκε ο Stuart Braithwaite το 2006, η “προσωρινή” αυτή επιλογή έμελλε να γίνει μόνιμη. “Όπως και με πολλά άλλα που μας αφορούν, ποτέ δεν καταφέραμε ν’ ασχοληθούμε,” είπε χαρακτηριστικά. Αυτή η αυθόρμητη προσέγγιση αντικατοπτρίζει την οργανική φύση της καλλιτεχνικής τους δημιουργίας.
Η Ελληνική Σύνδεση: Από το “Ark No. 6” στο “Floyd”
Η σχέση των Mogwai με το ελληνικό κοινό είναι μακροχρόνια και πιστή. Η πρώτη τους εμφάνιση το 2003 στο “Ark No. 6” άφησε το στίγμα της, ενώ η πρόσφατη συμμετοχή τους στο Release Athens 2022 στην Πλατεία Νερού επιβεβαίωσε την αμείωτη δημοτικότητά τους. Η συναυλία στην Αθήνα, που αποτελεί μέρος της ευρωπαϊκής περιοδείας για την προώθηση του φετινού τους άλμπουμ “The Bad Fire”, αναμένεται με μεγάλο ενδιαφέρον.
Post-Rock: Βασιλιάδες ενός Είδους σε Εξέλιξη
Παρόλο που το δελτίο Τύπου τους χαρακτηρίζει “αδιαφιλονίκητους βασιλιάδες του post-rock”, η ίδια τους η μουσική έχει υπερβεί τα στενά όρια του είδους. Ενώ το post-rock, στις αρχές του, όντως προκάλεσε συζητήσεις και διχασμούς στους μουσικόφιλους –με την έμφαση στην οργανική σύνθεση και την απουσία φωνητικών– οι Mogwai έχουν πλέον ενσωματώσει στοιχεία ορχηστρικού art rock με μια alternative ταυτότητα και αυξημένες ηλεκτρονικές ανησυχίες. Αυτή η εξέλιξη τους επιτρέπει να δημιουργούν “ηχητικές εκτάσεις γαλήνιες και ταυτόχρονα δυσοίωνες” με “κιθαριστικές εκρήξεις μεγατόνων”, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά το δελτίο Τύπου.
Analysis: Η κατηγοριοποίηση ενός συγκροτήματος όπως οι Mogwai μπορεί να είναι περιοριστική. Η αρχική τους συμβολή στο post-rock, με δίσκους όπως το “Young Team” (1997), ήταν καθοριστική, προσφέροντας έναν εναλλακτικό δρόμο για τη rock μουσική που αναζητούσε τη σύνθεση της μελωδίας με την ενέργεια, χωρίς απαραίτητα στίχους. Ωστόσο, η καλλιτεχνική τους πορεία, ειδικά με τις επεκτάσεις τους σε κινηματογραφικά soundtracks, τους έχει οδηγήσει σε ένα ευρύτερο φάσμα ήχων, αποδεικνύοντας ότι η τέχνη δεν περιορίζεται από ετικέτες.
Στιγμές που Αποφάσισαν την Κατεστημένη Αποδοχή
Ακόμη και εκείνοι που δεν ήταν εξ αρχής λάτρεις της μουσικής τους, αναγκάστηκαν να τους παραδεχτούν σε συγκεκριμένες στιγμές της καριέρας τους. Μια τέτοια στιγμή ήταν η συνεργασία τους το 2006 με τους Kronos Quartet και τον Clint Mansell για το soundtrack του “Πηγή της Ζωής” (The Fountain) του Darren Aronofsky. Αυτή η δουλειά ανέδειξε νέους τρόπους για να ανανεώσουν το μεγαλόπνοο και το εκκωφαντικό που χαρακτηρίζει τη μουσική τους, φρεσκάροντας τον ήχο τους και διευρύνοντας το κοινό τους. Το κομμάτι “Take Me Somewhere Nice” (2001) αποτελεί ένα ακόμα παράδειγμα της ικανότητάς τους να δημιουργούν διαχρονικές συνθέσεις.
Ανάλυση: Η επίδραση των Mogwai δεν περιορίζεται στην καινοτομία του post-rock. Η ικανότητά τους να συνεργάζονται με διαφορετικούς καλλιτέχνες και να εντάσσουν τη μουσική τους σε οπτικά έργα, όπως οι κινηματογραφικές ταινίες, υπογραμμίζει την ευελιξία και την ευρύτητα της καλλιτεχνικής τους προσέγγισης, διασφαλίζοντας την επίδρασή τους πέρα από τα στενά όρια του αρχικού τους είδους.